Στα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Ουκρανίας από τη γερμανική κατοχή, η θρησκευτική ζωή των ορθόδοξων ενοριών γνώρισε αξιοσημείωτη αναζωογόνηση. Σε αυτό συνέβαλαν τόσο η ευνοϊκότερη πολιτική των αρχών προς την Εκκλησία όσο και η επιθυμία των κληρικών και των λαϊκών να βρουν τη θέση τους στην κοινωνική και πνευματική ζωή της πατρίδας που νίκησε τον εχθρό. Κατά τη διάρκεια του αγώνα ενάντια στους φασίστες, οι άνθρωποι δεν διαιρούσαν τους συμπολεμιστές τους σε πιστούς και άπιστους. Όμως, όπως είναι γνωστό, τους φέρνει κοντά όχι μόνο η κοινή συμφορά, αλλά και η κοινή νίκη επί του εχθρού. Ποια κοινά έργα είχαν λοιπόν πλέον η Εκκλησία και οι κρατικοί φορείς σε αυτή τη νέα, ειρηνική περίοδο;
Οι τοπικοί εκπρόσωποι ενημερώνουν τον Επίτροπο του Συμβουλίου για τις Υποθέσεις της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ΕΣΣΔ σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία. Για την αποκατάσταση της οικονομίας, που είχε καταστραφεί από τον πόλεμο, απαιτούνταν πολλά μέσα. Η υλική συνεισφορά των ενοριών στην εθνική προσπάθεια ήταν ένα από τα κύρια θέματα των εκθέσεων.
Ο Επίτροπος Χότσενκο αναφέρει στην έκθεσή του για το δεύτερο τρίμηνο του 1946: «Ενισχύθηκε η πατριωτική δραστηριότητα του κλήρου και η συγκέντρωση χρημάτων στους ναούς για πατριωτικούς σκοπούς. Όλα τα έσοδα της εκκλησίας στη μητρόπολη του Χάρκοβο από τη γιορτή του Ευαγγελισμού μεταφέρθηκαν σε ταμείο πατριωτικών σκοπών. Στο δεύτερο τρίμηνο του 1946, οι ενορίες κατέθεσαν 560.700 ρούβλια σε ειδικό λογαριασμό στην Κρατική Τράπεζα».
Ορισμένα παραδείγματα δείχνουν τη συνεργασία των κρατικών αρχών με τους κληρικούς και τη συμβολή της Εκκλησίας σε κοινωνικοπολιτικές δραστηριότητες. Για παράδειγμα, πριν από τις εκλογές για το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ, οι ιερείς καλούσαν τους πιστούς να συμμετάσχουν μαζικά στις εκλογές και να υποστηρίξουν τους υποψήφιους του κομμουνιστικού μπλοκ.
Ωστόσο, τα αρχεία δείχνουν και περιπτώσεις πίεσης των τοπικών αρχών προς τους κληρικούς, όπως η αναγκαστική αγορά ομολόγων εσωτερικού δανεισμού από τις ενορίες. Ο Επίτροπος της Ουκρανίας κατέκρινε τέτοιες πρακτικές, τονίζοντας ότι τέτοιες ενέργειες «αμαυρώνουν την εικόνα της Σοβιετικής εξουσίας».
Η Εκκλησία συνέβαλε και σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Για παράδειγμα, στη Χερσώνα, ο επίσκοπος προσέφερε 75.000 ρούβλια για την υποστήριξη ορφανών παιδιών του πολέμου, αναπήρων και άλλων κοινωνικών ομάδων.
Παρά τη συνεργασία αυτή, τα έγγραφα του 1946 δείχνουν τα πρώτα σημάδια μελλοντικών εντάσεων μεταξύ Εκκλησίας και κράτους. Αν η πολιτική του κράτους ήταν πιο φιλική προς την Εκκλησία, ίσως η ιστορία των ορθόδοξων λαών της ΕΣΣΔ να είχε διαφορετική πορεία. Ωστόσο, η ιστορία δεν γράφεται με υποθέσεις. Μετά τον πόλεμο, το μέλλον των σχέσεων μεταξύ κράτους και Εκκλησίας έμελλε να είναι δύσκολο και περίπλοκο.